- εκλογιμότητα
- ηη εκλεξιμότητα (βλ. λ.).
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
εκλογιμότητα — η η ιδιότητα τού εκλόγιμου, το δικαίωμα κάποιου να εκλεγεί σε αξίωμα … Dictionary of Greek
χαρτισμός — Πολιτικοκοινωνικό κίνημα, που εμφανίστηκε το 1838 στη Μεγάλη Βρετανία ως έκφραση της λαϊκής δυσφορίας για τη μεταρρύθμιση του 1832 και του οποίου η ονομασία προέρχεται από τον Χάρτη του λαού που είχαν συντάξει ο Φράνσις Πλέις και ο Ουίλιαμ Λόβετ… … Dictionary of Greek
εκλογές — Με τον όρο αυτό ονομάζεται στο νεότερο συνταγματικό δίκαιο η διαδικασία επιλογής των αντιπροσωπευτικών οργάνων του κράτους και των οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης, η οποία στηρίζεται στην ψήφο των πολιτών. Η διάδοση του θεσμού των ε.… … Dictionary of Greek
εκλεξιμότητα — η το να είναι κανείς εκλέξιμος (βλ. λ.), η εκλογιμότητα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)